ποίημα_Chapter 120
(Ένα ποίημα για την ανάβαση (ή την αναρρίχηση σκαλοπατιών, το ίδιο ισχύει και παρακάτω). Καλεσα τον Κυριον εν τη στεναχωρη μου, και απεκριθη προς εμε.
Κύριε, σώσε με από τα ψεύτικα χείλη και την απατηλή γλώσσα.
Τι θα σου δώσω, δόλια γλώσσα; Τι θέλω να σου προσθέσω;
Είναι τα αιχμηρά βέλη των πολεμιστών και η φωτιά κάρβουνου από σάπιο ξύλο (ένα μικρό δέντρο που ονομάζεται πεύκο).
Ζω εν τη σκηνη του Κεδα εν Μισ και ειμαι σε μπελάδες.
Έχω ζήσει με εκείνο το άτομο που μισεί την αρμονία για πολύ καιρό.
Είμαι πρόθυμος να ζήσω αρμονικά. Αλλά αν μιλήσω, θα πολεμήσουν.